Παρασκευή 21 Δεκεμβρίου 2018

Η «ΑΚΑΤΑΝΟΜΑΣΤΗ» ΓΛΩΣΣΑ ΤΩΝ ΓΕΙΤΟΝΩΝ




Μεγάλη πολιτική διαμάχη έχει ξεσπάσει, μετά την συμφωνία των Πρεσπών και σχεδόν έχει θεωρηθεί από πολλούς ως εθνική προδοσία η αναγνώριση ως μακεδονικής, της γλώσσας που μιλούν οι Σλαβομακεδόνες.
Όμως υπήρξε εποχή που η επίσημη ελληνική κυβέρνηση όχι μόνο την αναγνώριζε, αλλά είχε αποφασίσει και να διδάσκεται στα σλαβόφωνα ελληνικά χωριά των συνόρων μας.
Σχετικά με αυτή την ιστορία, σε ανύποπτο χρόνο στις 7-11-2006, ο Νίκος Δήμου είχε δημοσιεύσει σχετικό κείμενο το οποίο αναδημοσίευσε στο ΒΗΜΑ, ξανά τώρα μετά 12 χρόνια,  στις 16-12-2018.
Το μεταφέρω εδώ ολόκληρο.


Ως γνωστόν, σύμφωνα με την επίσημη κρατική τοποθέτηση, μειονότητες στην Ελλάδα δεν υπάρχουν, εκτός από μία: τη μουσουλμανική.
Η οποία, αντίθετα με τα ψηφίσματα της ΔΑΣΕ, τα οποία έχουμε υπογράψει και εμείς, δεν έχει το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού. Δεν μπορεί αν το θελήσει να ονομάζεται τουρκική, έστω κι αν όλες οι διεθνείς συνθήκες και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο της αναγνωρίζουν αυτό το δικαίωμα. (Ενώ οι απανταχού ελληνικές μειονότητες δεν ονομάζονται… ορθόδοξες.)
Πάντως άλλες μειονότητες – εθνοτικές, γλωσσικές, θρησκευτικές – επισήμως δεν υπάρχουν: ούτε Εβραίοι, ούτε Ρομά, ούτε Βλάχοι, ούτε Αρβανίτες, ούτε καθολικοί, προτεστάντες ή χιλιαστές.
Αλλά εκείνη η μειονότητα που ΔΕΝ υπάρχει ακόμα περισσότερο είναι η ακατονόμαστη: (ψιθυριστά) η μακεδονική, σλαβομακεδονική ή σλαβόφωνη.
Κι όμως. Κι όμως.
Το ελληνικό κράτος, που επί δεκαετίες αρνείται την ύπαρξη αυτής της μειονότητας, είχε τυπώσει το 1925 ένα αναγνωστικό στην (ανύπαρκτη) γλώσσα της, για να τη διδάσκει στα σλαβόφωνα παιδιά της Βόρειας Ελλάδας.
Ήταν μια φωτεινή στιγμή, η συμμόρφωση προς τα άρθρα 7, 8 και 9 της Συνθήκης των Σεβρών που υπογράφτηκε το 1920 με την εποπτεία της Κοινωνίας των Εθνών (προδρόμου του ΟΗΕ). Ειδικά το άρθρο 9 γράφει: «Σχετικά με την εκπαίδευση, η ελληνική κυβέρνηση στις πόλεις και περιοχές που κατοικεί μεγάλος αριθμός πολιτών οι οποίοι δεν ομιλούν την ελληνική, θα τους παραχωρήσει τις κατάλληλες διευκολύνσεις, ώστε να μπορούν τα παιδιά αυτών των ελλήνων πολιτών στα δημοτικά σχολεία να μαθαίνουν τη μητρική τους γλώσσα».
Το ΑBECEDAR το κυκλοφόρησε η ελληνική κυβέρνηση το 1925, όπως προβλεπόταν από τη Συνθήκη των Σεβρών (1920) και το Πρωτόκολλο της Γενεύης (1924). Το συνέταξαν ο έλληνας εθνολόγος-γλωσσολόγος Γεώργιος Σαγιαξής (που σπούδασε γλωσσολογία στη Γερμανία με υποτροφία του υπουργείου Εξωτερικών) και οι έλληνες φιλόλογοι Ιωσήφ Λαζάρου και Ι. Παπαζαχαρίου. Το παρουσίασε περήφανα στην Κοινωνία των Εθνών ο έλληνας επιτετραμμένος Βασίλειος Δερδάμης, στις 10.11.1925, λέγοντας πως «η μακεδονική γλώσσα είναι διαφορετική από τη Βουλγαρική και γι’ αυτό φτιάχτηκε αυτό το αλφαβητάρι της». Αυτή ήταν η επίσημη θέση της ελληνικής κυβέρνησης – και ο λόγος που το βιβλίο δεν τυπώθηκε με κυριλλικούς αλλά με λατινικούς χαρακτήρες (για να ξεχωρίζει από τα βουλγαρικά).
Μία στιγμή κρατάει μόνο μία στιγμή. Το αλφαβητάριο με το όνομα ABECEDAR αποσύρθηκε πριν καν διανεμηθεί στα σχολεία. Κι από ‘κεί και πέρα το ελληνικό κράτος κάθισε επάνω στο φοβικό του ΟΧΙ και ΔΕΝ. Η επίσημη εκδοχή είναι τώρα ότι η «μακεδονική» γλώσσα είναι δημιούργημα του Τίτο. (Μόνο που το 1925 δεν υπήρχε Τίτο.) Για δεκαετίες η γλώσσα ήταν υπό διωγμόν – όποιος τη χρησιμοποιούσε ανοιχτά είχε να κάνει με τον χωροφύλακα. Επίσης – τι ειρωνεία! – όποιος δήλωνε πως ήταν «Μακεδόνας».
(Αργότερα, όταν ξέσπασε το «Μακεδονικό» στη δεκαετία του ’90 – όλοι δήλωναν Μακεδόνες…)
Και για να είναι 100% σίγουρο, το κράτος μας έγινε το μόνο που σε όλες τις μεταπολεμικές απογραφές πληθυσμού εξαφάνισε τις ερωτήσεις για θρησκεία και γλώσσα…
Δεν κινδυνέψαμε ποτέ από τις μειονότητές μας. Ημασταν μια χώρα με 96% ενιαίο πληθυσμό (πριν να έρθουν οι μετανάστες), από τις πιο συμπαγείς στην Ευρώπη. Γιατί άραγε μας κατείχε τέτοια ανασφάλεια;
(Μετά ψέγουμε την Τουρκία που δεν αναγνωρίζει τους Κούρδους ως μειονότητα. Ωστόσο ακόμα και αυτή δέχθηκε πρόσφατα να υπάρχουν εκπομπές στην κουρδική γλώσσα – ας όψεται η ΕΕ.)
Τελικά όμως μερικά αντίτυπα του ABECEDAR επέζησαν – ένα από αυτά στην Εθνική Βιβλιοθήκη. Και με τη φροντίδα του Ευρωπαϊκού Γραφείου για τις Λιγότερο Ομιλούμενες Γλώσσες (EBLUL) ανατυπώθηκε και κυκλοφορεί. Παρουσιάζεται στην Αθήνα στις 7.11.2006, στην αίθουσα της ΕΣΗΕΑ, Ακαδημίας 20.
Εύχομαι αυτό το βιβλίο να λειτουργήσει ως αφύπνιση. Δεν είναι δυνατόν να κρυβόμαστε αιώνια πίσω από το δάχτυλό μας. Ούτε να φοβόμαστε τον ίσκιο μας. Πρέπει να αποδεχθούμε τις πραγματικότητες που μας περιστοιχίζουν. Ναι, υπήρχε και υπάρχει μια (κατ’ αρχήν γλωσσική και μετά όπως αυτοπροσδιορίζεται) μειονότητα στη Βόρεια Ελλάδα. Οπως εξίσου φυσιολογικά υπάρχει μια ελληνική μειονότητα στη Νότια Αλβανία.*
Δεν μπορούμε να αξιώνουμε τον σεβασμό των δικών μας μειονοτήτων όταν δεν σεβόμαστε εκείνες των άλλων. Ούτε να θεωρούμαστε ένα πολιτισμένο, δημοκρατικό κράτος όταν δεν αναγνωρίζουμε σε όλους τους πολίτες μας όλα τα δικαιώματα.

ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΔΙΚΗ ΜΟΥ
Για να γίνει κατανοητή η πραγματική διάσταση του θέματος της γλώσσας καλό είναι να γνωρίζει κανείς ποιο είναι το ποσοστό στην Ελλάδα αυτών που θεωρούν τον εαυτό τους ως Σλαβομακεδόνα, οπότε και τον αντίστοιχο κίνδυνο από τον επισειόμενο αλυτρωτισμό των γειτόνων.
Η ομάδα των Σλαβόφωνων (δίγλωσσων Σλαβομακεδόνων) της ελληνικής Μακεδονίας, που αυτοπροσδιορίζονται εθνικά ως Μακεδόνες, εκπροσωπούνται πολιτικά στην Ελλάδα από το κόμμα Ουράνιο Τόξο  με έδρα τη Φλώρινα. Το κόμμα αυτό δεν έχει κατέλθει ποτέ αυτόνομα σε εθνικές εκλογές παρά μόνο σε συνεργασία με την ΟΑΚΚΕ το 1996, ενώ στις ευρωεκλογές του 2009 κατήλθε με την ονομασία «Ευρωπαϊκή Ελεύθερη Συμμαχία – Ουράνιο Τόξο» και έλαβε στο σύνολο της ελληνικής επικράτειας 4.530 ψήφους (0,09%), από τις οποίες οι 2.594 στις εκλογικές περιφέρειες της Μακεδονίας. Το 1994, το Ουράνιο τόξο, είχε αποσπάσει στο Νομό Φλώρινας 2.250 ψήφους - ποσοστό 5,7%.  Στις Ευρωεκλογές 2009 έλαβε 1.195 ψήφους, ποσοστό 3.69 %, στο Νομό Φλώρινας. Στις Ευρωεκλογές του 2014 έλαβε πανελλαδικά 5737 ψήφους ποσοστό 0,1% με το μεγαλύτερο ποσοστό  στο νομό Φλώρινας 3,1%

*ΔΙΚΗ ΜΟΥ ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΗ-Δυτικοί παρατηρητές με τη βοήθεια των αλβανικών εκλογικών αποτελεσμάτων τα έτη 1991-1992, εκτίμησαν τον αριθμό της μειονότητας σε κάτι παραπάνω από 100.000 άτομα μέχρι το πολύ 200.000 άτομα. Ένα σημαντικό ποσοστό 40% με 70% των Ελλήνων της Αλβανίας έχουν μεταναστεύσει πλέον εκτός της χώρας, οπότε ο αριθμός αυτών που έχουν μείνει σήμερα πρέπει να είναι πολύ χαμηλότερος από αυτές τις εκτιμήσεις. 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου