Ο Γιώργος Σεφέρης είχε από το 1926 εισέλθει στον διπλωματικό κλάδο και το 1936-8 υπηρετούσε , μάλλον με δυσμενή μετάθεση, στην Κορυτσά.
Εκεί το 1937 ,προφανώς επηρεασμένος από την ποίηση του Πόε και ιδίως από το Raven, έγραψε το ομώνυμο ποίημα του και το αφιέρωσε στον μεγάλο Αμερικανό ποιητή.
Ο συγκρατούμενος του Πέτρος είναι ένα παιδί από το Μενίδι φίλος του Λεντάκη και μετά απέκτησε στενή φιλία και με τον Μίκη.
Ο Πέτρος είχε ερωτευθεί μια κοπέλα, την οποία είχε πάρει κατά λάθος στο τηλέφωνο και μετά από μήνες και συχνές τηλεφωνικές συνδιαλέξεις, αυτές απέκτησαν ερωτικό χαρακτήρα. Την μέρα όμως που είχαν αποφασίσει να συναντηθούν τον συλλάβαν!
Ο Πέτρος ζήτησε από τον Μίκη να του τραγουδήσει το 20λεπτό τραγούδι στην κουζίνα, με δέλεαρ ένα γιαούρτι!
Όπως περιγράφει ο Μίκης: Κρατούσε το γιαούρτι το έβλεπα εγώ έτρεχαν τα σάλια μου και του το τραγουδούσα:! Αυτός συνδύασε το Raven με την αγαπημένη του και μου επέβαλε κάθε βράδυ να του το τραγουδάω! Είχα λοιπόν κάθε βράδυ το Raven με «έπαθλο» ένα γιαούρτι, ο δε ακροατής ήταν πάντα ένας, ο Πέτρος!
Raven
In
memoriam E. A. P. |
Χρόνια σαν τα φτερά. Τί θυμάται τ’
ακίνητο κοράκι; τί θυμούνται οι πεθαμένοι κοντά στις
ρίζες των δέντρων; Είχαν ένα χρώμα τα χέρια σου σαν το μήλο
που πέφτει. Κι αυτή η φωνή που ξαναγυρίζει πάντα,
χαμηλή. Εκείνοι που ταξιδεύουν κοιτάζουν το πανί
και τ’ αστέρια ακούνε τον αγέρα ακούνε πέρα απ’ τον
αγέρα την άλλη θάλασσα σαν ένα κοχύλι κλειστό κοντά τους, δεν
ακούνε τίποτε άλλο, δεν ψάχνουν μέσα στους ίσκιους
των κυπαρισσιών ένα χαμένο πρόσωπο, ένα νόμισμα, δε
γυρεύουν κοιτάζοντας ένα κοράκι σ’ ένα ξερό κλωνί,
τί θυμάται. Μένει ακίνητο πάνω στις ώρες μου λίγο πιο
ψηλά σαν την ψυχή ενός αγάλματος που δεν έχει
μάτια είναι ένα πλήθος μαζεμένο μέσα σ’ αυτό το
πουλί χίλιοι άνθρωποι ξεχασμένοι σβησμένες
ρυτίδες ερειπωμένες αγκαλιές και γέλια που δεν
τέλειωσαν έργα σταματημένα σιωπηλοί σταθμοί ένας ύπνος βαρύς από χρυσά ψιχαλίσματα. Μένει ακίνητο. Κοιτάζει τις ώρες μου. Τί
θυμάται; Είναι πολλές πληγές μέσα στους αόρατους
ανθρώπους, μέσα του πάθη μετέωρα περιμένοντας τη δεύτερη
παρουσία επιθυμίες ταπεινές που κόλλησαν πάνω στο
χώμα σκοτωμένα παιδιά και γυναίκες που
κουράστηκαν την αυγή. Τάχα να βαραίνει πάνω στο ξερό κλωνί τάχα
να βαραίνει πάνω στις ρίζες του κίτρινου δέντρου πάνω
στους ώμους των άλλων ανθρώπων, τις παράξενες
φυσιογνωμίες που δεν τολμούν να γγίξουν μια στάλα νερό
βυθισμένοι στο χώμα τάχα να βαραίνει πουθενά; Είχαν ένα βάρος τα χέρια σου όπως μέσα
στο νερό μέσα στις θαλασσινές σπηλιές, ένα βάρος
αλαφρύ χωρίς συλλογή με την κίνηση κάποτε που διώχνουμε την
άσκημη σκέψη στρώνοντας το πέλαγο ώς πέρα στον
ορίζοντα στα νησιά. Είναι βαρύς ο κάμπος ύστερ’ απ’ τη βροχή·
τί θυμάται η μαύρη στεκάμενη φλόγα πάνω στον γκρίζο
ουρανό σφηνωμένη ανάμεσα στον άνθρωπο και στην
ανάμνηση του ανθρώπου ανάμεσα στην πληγή και το χέρι που
πλήγωσε μαύρη λόγχη, σκοτείνιασε ο κάμπος πίνοντας τη βροχή,
έπεσε ο αγέρας δε σώνει η δική μου πνοή, ποιός θα το
μετακινήσει; ανάμεσα στη μνήμη, χάσμα — ένα ξαφνισμένο
στήθος ανάμεσα στους ίσκιους που μάχουνται να
ξαναγίνουν άντρας και γυναίκα40 ανάμεσα στον ύπνο και στο θάνατο
στεκάμενη ζωή. Είχαν μια κίνηση τα χέρια σου πάντα προς
τον ύπνο του πελάγου χαϊδεύοντας τ’ όνειρο που ανέβαινε ήσυχα
τη μαλαματένια αράχνη φέρνοντας μέσα στον ήλιο το πλήθος των
αστερισμών τα κλεισμένα βλέφαρα τα κλεισμένα φτερά… Κορυτσά, χειμώνας
1937 Theodorakis, M.: Raven / Adagio / Genzmer, H.: Harp
Concerto / Fantasia for Har
Released on: 2004-01-01 Artist: Carolin Masur Conductor: Stefanos Tsialis Orchestra: Central German Chamber Philharmonic Composer: Mikis Theodorakis Τα σχόλια δημοσιεύονται μετά από έγκριση |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου