Παρασκευή 10 Μαρτίου 2017

ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗ ΜΕΧΡΙ ΤΕΛΙΚΗΣ ΠΤΩΣΕΩΣ (ΔΙΚΗΣ ΜΑΣ!)




Ο καθηγητής στο Tμήμα Πολιτικής Επιστήμης & Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου Γιάννης Βούλγαρης δημοσίευσε στα ΝΕΑ μια άκρως ενδιαφέρουσα ανάλυση για την μέχρι τώρα διαπραγμάτευση της κυβέρνησης με τους δανειστές, με τίτλο η Αέναη αποτυχημένη διαπραγμάτευση.
Μεταφέρω εδώ τα σημαντικότερα κομμάτια από αυτήν. Οι υποσημειώσεις με  έντονα γράμματα είναι δικές μου.


Η δίχρονη διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ καταναλώθηκε σε μια αέναη διαπραγμάτευση  που σταθερά κατέληγε εις βάρος της Ελλάδας. Λάθος υπολογισμοί του συσχετισμού δύναμης, υπεραισιόδοξες εκτιμήσεις που συνεχώς διαψεύδονταν, υπερφίαλες ή τυχοδιωκτικές κινήσεις, κατά κράτος υποχώρηση, υψηλότατο κόστος για την πραγματική οικονομία και για τα πιο αδύναμα στρώματα. Το μοντέλο επαναλαμβάνεται σταθερά, είτε με τον φανφαρονισμό του Βαρουφάκη είτε με τον εκνευρισμό του Τσακαλώτου, πάντα βέβαια υπό τον δημαγωγικό τακτικισμό του Πρωθυπουργού.


Γιατί η κυβέρνηση επαναλαμβάνει αυτή την τακτική;
 Οι δημοσκοπήσεις δεν την επιβραβεύουν. Τα αλλεπάλληλα μέτρα λιτότητας, υπερφορολόγησης και περικοπών δεν εξαιρούν πλέον ούτε τις εκλογικές ομάδες των συνταξιούχων και των δημοσίων υπαλλήλων που το κόμμα θεωρεί στηρίγματά του. Από την άλλη, η Κοινοβουλευτική Ομάδα δεν χρειάζεται πια και τόσο «μασάζ», καθώς πειθαρχεί και λόγω προσωπικού συμφέροντος και λόγω της αριστερής κομματικότητας. Το μόνο που μπορεί να ρίξει την κυβέρνηση στο ορατό μέλλον είναι η ανευθυνότητα του Καμμένου που μπορεί να γίνει άθυρμα στα χέρια του Ερντογάν, αλλά αυτό είναι ένα σενάριο που κανένας μας δεν θέλει να δει.
Τελικά, αυτή η επίμονη τακτική σε μια αέναη διαπραγμάτευση με προκαθορισμένη την αρνητική κατάληξη φαίνεται ότι έχει μια γνωσιακή και κοινωνιολογική προϋπόθεση, αλλά κυρίως μια ιδεολογική εξήγηση. Η πρώτη συνίσταται στην άγνοια αλλά και στην αδιαφορία για την πραγματική οικονομία, καθόσον πρόκειται για ένα πολιτικό προσωπικό που κατά κανόνα έζησε διαφορετικά και σε απόσταση από αυτήν. Κατά τη γνώμη μου, όμως, προέχει η ιδεολογική λειτουργία που επιτελεί η διαπραγμάτευση για τον ΣΥΡΙΖΑ και ίσως για τον Τσίπρα προσωπικά. 


Στην ουσία, η «αντίσταση κατά των δανειστών» υποκαθιστά τη μετέωρη πλέον φυσιογνωμία ενός κόμματος που δεν μπορεί να υπερασπίσει την πολιτική του στη βάση της παραδοσιακής αριστερής καταγωγής και ταυτόχρονα αποδεικνύεται ανίκανο να ανασυγκροτήσει τον εαυτό του σε μια νέα ιδεολογική κατεύθυνση μεταρρυθμιστικής Αριστεράς ή σοσιαλδημοκρατίας. Έτσι η πολιτική του μένει χωρίς νόημα και συνοχή. Και κυρίως μένει στάσιμη. Είναι χαρακτηριστικό ότι στα δύο χρόνια ελάχιστα βελτιώθηκε η απόδοση της κυβέρνησης και των στελεχών της. Σαν να αρνούνται να μάθουν κάτι που δεν τους αφορά.
Είναι χαρακτηριστικό εξάλλου ότι αυτή η τακτική της αέναης και ατελέσφορης διαπραγμάτευσης δεν ενσωματώνεται σε μια κυβερνητική στρατηγική που να εγκαλεί παλαιές αριστερές παραδόσεις. Δεν εμφορείται από τη λατρεία των «παραγωγικών δυνάμεων» και της εκβιομηχάνισης, όπως ο ιστορικός κομμουνισμός, ούτε από τη συστηματική και ορθολογική οργάνωση του κοινωνικού κράτους, όπως η ιστορική σοσιαλδημοκρατία.


Αντιθέτως, η πιο συγγενής οικονομική «φιλοσοφία» είναι η μεταπολιτευτική μικροπολιτική των πελατειακών σχέσεων και των συντεχνιακών διευθετήσεων - και δεν είναι οι μετοικήσαντες πασόκοι που την καθιέρωσαν. Έτσι, αν σε κάτι παραπέμπει η τακτική της αέναης και ατελέσφορης διαπραγμάτευσης, είναι το πιο καθαρά εθνικολαϊκιστικό στοιχείο της ελληνικής αριστερής παράδοσης, το «αντιστασιακό» στοιχείο κατά των εκάστοτε ξένων και η αποδοχή της ήττας ως μοιραίας αλλά ηθικά ανώτερης κατάληξης ενός άνισου αγώνα. Μοιάζει παράδοξο. Η γενιά της κυβερνώσας Αριστεράς που διεκδικεί από τις προηγούμενες γενιές ότι επιτέλους «νίκησε» αναπαράγει ως νομιμοποιητικό λόγο της κυβερνητικής της αμηχανίας την ήττα ως ηθική υπεροχή και το «ευφορικό πένθος» για αυτή την ήττα.


Στην πραγματικότητα όμως αυτό που συμβαίνει είναι ότι η τακτική της αέναης και ατελέσφορης διαπραγμάτευσης ενισχύει και παγιώνει τα χαρακτηριστικά του αριστερόστροφου εθνικολαϊκισμού του ΣΥΡΙΖΑ ακυρώνοντας μια διαδικασία γόνιμου αναστοχασμού. Η συνωμοσιολογία επιστρατεύεται για να δικαιολογήσει τις αποτυχίες. Η επιθετικότητα έναντι πραγματικών ή φανταστικών εχθρών χρησίμευσε στην αρχή για να κατευθύνει αλλού την αγανάκτηση του αντιμνημονιακού λαϊκισμού ώστε να γίνει ευκολότερη η μνημονιακή κωλοτούμπα. Σήμερα η πολωτική ρητορεία αποχαλινώνεται, γυρίζοντας τα πολιτικά ήθη πίσω σε ανώμαλες εποχές.


 Η ενοχοποίηση της «διαπλοκής» και των δημοσιογράφων αποτέλεσε προνομιακό εχθρό, την ίδια στιγμή που στηνόταν η πιο απροκάλυπτη διαπλοκή με την Attica Bank, τους εθνικούς μικροεργολάβους και τις νέες τηλεοπτικές άδειες. Ωστόσο, το εθνικολαϊκιστικό αφήγημα του μνημονιακού πλέον ΣΥΡΙΖΑ έχει γίνει τόσο αυτοαναφορικό που, ενώ δεν πείθει, κάνει μεγάλο κακό: εμποδίζει την κοινωνία να αποκτήσει συνείδηση της πραγματικής κατάστασης.
Η αέναη και ατελέσφορη διαπραγμάτευση βλάπτει όμως τον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ, γιατί υποσκάπτει τη μόνη ορθολογική επιλογή που είχε: να πετύχει την ανάκαμψη της οικονομίας. Τώρα, πατώντας σε δύο βάρκες, ούτε τα δυσμενή μέτρα αποφεύγει ούτε δημιουργεί κλίμα σταθερότητας ώστε να πάρει μπρος η οικονομία. Με άλλα λόγια, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αυτοπαγιδευτεί. Προφανώς πληρώνει το αρχικό του λάθος να βιαστεί να ανατρέψει την προηγούμενη κυβέρνηση τον Δεκέμβριο του 2014 πριν η χώρα βγει στις αγορές. Έτσι, αντί να είναι κυβέρνηση της μεταμνημονιακής Ελλάδας, έγινε κυβέρνηση του τρίτου και τέταρτου Μνημονίου.


Κινείται ο Τσίπρας με βάση κάποιο κρυφό σχέδιο εξόδου από το ευρώ και την Ευρώπη; Αφήνει την οικονομικοκοινωνική κατάσταση να εκφυλιστεί τόσο ώστε να δημιουργηθεί πλειοψηφία αποχώρησης; Θα πάει σε δημοψήφισμα «ευρώ ή δραχμή»; Νομίζω ότι όλα αυτά τα σενάρια από τη μια υπερτιμούν την ισχύ του ΣΥΡΙΖΑ και του Τσίπρα και από την άλλη υποτιμούν το ένστικτο αυτοσυντήρησής τους. Με τη σημερινή γεωπολιτική αβεβαιότητα στην περιοχή, οποιοσδήποτε πνευματικά υγιής ηγέτης θα δίσταζε να μπλέξει σε τέτοιου είδους τυχοδιωκτισμούς.
………………………………………


Η τελευταία παράγραφος του κειμένου προφανώς βασίζεται στο εκτενές κείμενο με τίτλο Η σκευωρία του εθνικού νομίσματος και το σαμποτάζ στη Δημοκρατία Μια ιστορία γεωπολιτικού ενδιαφέροντος με επίκεντρο την Ελλάδα του 2017 που δημοσίευσε ο Παύλος Παπαδόπουλος, δημοσιογράφος του ΒΗΜΑΤΟΣ, που ήταν και είναι στα πράγματα και  που περιέχει μερικές προφητικές σκέψεις που αλίμονο  μας αν πραγματοποιηθούν.
Ο Παύλος Παπαδόπουλος από το 2000 έως το 2004 διετέλεσε ειδικός σύμβουλος στο Γραφείο του πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη.
Την περίοδο 2011-2012 υπήρξε ένας εκ των λογογράφων του Αλέξη Τσίπρα είχε στενή σχέση μαζί του και συχνά βρισκόταν στα γραφεία του ΣΥΡΙΖΑ , Θεωρείται εκ των βασικών «προξενητών» του εκδότη του Βήματος Σταύρου Ψυχάρη στον Αλέξη Τσίπρα. 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου