Είναι η δεύτερη φορά που ένα 15 χρονο παιδί χάνει την ζωή του από σφαίρα αστυνομικού.
Και αν μεν η δολοφονία του Καλτεζά έγινε σε μια τεταμένη ατμόσφαιρα πορείας Πολυτεχνείου, η χθεσινή δολοφονία έγινε χωρίς να υπάρχει συγκεκριμένη αιτία γι΄ αυτήν, πλην μιας δυστυχώς υπαρκτής από καιρό βεντέτας μεταξύ αστυνομίας και των ονομαζομένων από τις εφημερίδες γνωστών –αγνώστων .
Δεν έχει στα μάτια μου καμιά διαφορά αυτή η δολοφονία από την δολοφονία του νεαρού φιλάθλου του Παναθηναϊκού στην Παιανία ή την παρ’ ολίγον δολοφονία του φοιτητή με την ζαρντινιέρα στην Θεσσαλονίκη από τους αστυνομικούς.
Είτε φίλαθλοι, είτε αστυνομικοί είτε κουκουλοφόροι αισθάνονται ότι είναι μέλη μιας ομάδας που τους ενώνει ένα κοινό μίσος απέναντι σε αυτούς που θεωρούν εχθρούς και η μοναδική τους επιθυμία είναι να τους τσακίσουν.
Νομίζω ότι ο στίχος των Goin' Through αποδίδει καλύτερα από οποιαδήποτε άλλα λόγια αυτό το συναίσθημα
Είναι το μίσος που θάβει ό,τι ωραίο είχες φτιάξειΣου γκρεμίζει τα κομμάτια που είχες ταιριάξειΗ ζωή σου δεν μοιάζει με την δική μουΗ φωνή σου δεν ακούγεται σαν τη δική μου.Από όλους αυτούς η αστυνομία όμως δεν έχει καμιά δικαιολογία να διακατέχεται από μίσος για οποιαδήποτε κοινωνική ή πολιτική ομάδα.
Υποτίθεται ότι αποτελείται από άτομα που έχουν επιλέξει αυτό το επάγγελμα γιατί πιστεύουν ότι προσφέρει στο κοινωνικό σύνολο, έχουν την εκπαίδευση να αντιμετωπίζουν κάθε μορφή βίας από όπου και αν αυτή προέρχεται, χωρίς χρήση πυροβόλων όπλων και χωρίς άσκοπη βία όταν είναι αναγκαία η σύλληψη υπόπτων για έκνομες πράξεις.
Τίποτα όμως δυστυχώς δεν ισχύει από τα παραπάνω.
Οι περισσότεροι βρέθηκαν εκεί για να εξασφαλίσουν ένα μισθό γιατί δεν κατάφεραν ή δεν προσπάθησαν για κάτι καλύτερο, η εκπαίδευση τους είναι της κακιάς ώρας, οι συνθήκες δουλειάς για όσους βρίσκονται στο δρόμο άθλιες και εξαντλητικές.
Αντί δε να τους καλλιεργείται η νοοτροπία ότι αποτελούν ένα σώμα που σκοπός του είναι η ασφάλεια και η προστασία του πολίτη οι διάφοροι Πολύδωρες τους κανακεύουν προάγοντας τους σε praetoris urbani .
Επιπρόσθετα δε η οπλοφορία, τους δημιουργεί ένα συναίσθημα υπεροχής σαν να είναι Ράμπο ,με αποτέλεσμα σε έκρυθμες καταστάσεις , εκεί που θα έπρεπε να τηρήσουν τις νόμιμες διαδικασίες για να επαναφέρουν την τάξη, αυτοί να καταλήγουν σε συμπεριφορές σαν αυτές της ζαρντινιέρας, της δολοφονίας του Σέρβου στην Θεσσαλονίκη ή της σημερινής .
Και όλα αυτά γιατί έχουν πλέον μίσος για κάθε ένα που βρίσκεται απέναντι τους και διαδηλώνει είτε είναι συνταξιούχοι είτε είναι κουκουλοφόροι.
Και οι μεν συνταξιούχοι δαρμένοι αναγκαστικά θα διαλυθούν, οι άλλοι όμως είναι επικίνδυνοι όταν κρατάνε καδρόνια ,σου πετάν πέτρες και μολότωφ και έχουν και αυτοί το ίδιο μίσος και αίσθημα εκδίκησης.
Γι΄ αυτή την τραγική κατάσταση που ζούμε αυτές τις μέρες όλοι μας έχουμε ευθύνες.
Γενικότερα ζούμε σε μια κοινωνία που ο ένας δεν σέβεται τον άλλο.
Σχεδόν καθημερινά το κέντρο της πόλης είναι κλειστό από διάφορες ομάδες που διαδηλώνουν για τα δίκαια τις περισσότερες φορές αιτήματά τους, αδιαφορώντας όμως για την κοινωνική αναστάτωση που προκαλούν στην πόλη.
Το ίδιο κάνουν και οι αγρότες αποκόπτοντας την χώρα στα δύο, το δε πανεπιστημιακό άσυλο έχει καταντήσει μια έννοια χωρίς νόημα και οποιοσδήποτε τραμπούκος μπορεί να το χρησιμοποιεί σαν ορμητήριο του ή να εισβάλει και να διαλύει οποιαδήποτε συγκέντρωση ή συνέλευση που δεν είναι του γούστο του προκαλώντας καταστροφές και σωματικές βλάβες. Και όλα αυτά με την ανοχή και την παθητική στάση μιας κοινωνίας και μιας πολιτείας που είναι ανίκανη να επιβάλει στοιχειώδεις κανόνες εύρυθμης λειτουργίας του κράτους.
Είναι πια συχνό φαινόμενο πορείες και συγκεντρώσεις για δίκαια αιτήματα που διοργανώνονται από διάφορους φορείς και κόμματα να καταλήγουν σε ανεξέλεγκτες καταστροφές από διάφορες μη ελεγχόμενες ομάδες.
Ακούγονται από διάφορες μεριές απόψεις ότι τις καταστροφές της προκαλούν διάφοροι αγνώστου προέλευσης προβοκάτορες.
Τα ίδια ακριβώς είχαν ακουστεί από την εποχή του Πολυτεχνείου το 1973, και για το λόγο αυτό το παράνομο τότε ΚΚΕ επειδή δεν μπορούσε να ελέγξει και να εξηγήσει την κατάσταση είχε αντίθετη θέση.
Δυστυχώς από την αρχαιότητα το αίσθημα της καταστροφής είναι πανίσχυρο όταν ο άνθρωπος παύει να λειτουργεί σαν άτομο και γίνεται όχλος.
Σχεδόν πάντα η κατάληψη μιας πόλης είχε σαν επακόλουθο την καταστροφή της και το πλιάτσικο .
Ποιοι άραγε και για ποιο λόγο προβοκάτορες καταστρέφουν ό,τι βρεθεί στην διάβα τους μετά από ένα ποδοσφαιρικό αγώνα που έχασε η ομάδα τους ή όταν εισβάλλουν σε ένα σχολείο που έχει γίνει κατάληψη και τα κάνουν όλα λίμπα;
Από χρόνια όσοι το βράδυ κατεβαίνοντας την Ιπποκράτους θέλουν να στρίψουν στην Καλλιδρομίου, που βρίσκεται το αστυνομικό τμήμα Εξαρχείων θα την βρουν κλειστή.
Ο λόγος είναι απλός.
Να μην μπορούν περνώντας με ένα μηχανάκι να τους πετάξουν μολότοφ, όπως είχε γίνει συχνά στο παρελθόν. Από την άλλη μεριά η αστυνομική βαναυσότητα όταν ελέγχουν τα νέα παιδιά που κυκλοφορούν στην περιοχή είναι γνωστή και το μίσος και από τις δύο μεριές αλληλοτροφοδοτούμενο.
Η αστυνομική βαρβαρότητα όμως δεν έχει εκδηλωθεί μόνο στην περιοχή των Εξαρχείων.
Για το λόγο αυτό δεν χρειάστηκαν προβοκάτορες για να πάρουν φωτιά όλες οι μεγάλες πόλεις της Ελλάδας όταν ένας στρατόκαυλος ανεγκέφαλος αστυφύλακας σαν να βρίσκεται στο Φαρ Ουέστ βγάζει το περίστροφο του και καθαρίζει ένα άοπλο παιδί.
Τα χθεσινά λοιπόν γεγονότα δείχνουν ότι στην Ελλάδα σήμερα υπάρχει μια υποβόσκουσα οργή κυρίως στις νεότερες ηλικίες, οι οποίες μαστίζονται από την ανεργία ή τους χαμηλούς μισθούς ,ενώ συγχρόνως βρίσκονται αντιμέτωποι με ένα εκπαιδευτικό σύστημα ατελέσφορο, που δεν προσφέρει προοπτικές και ένα μέλλον που προοιωνίζεται σκοτεινό και αβέβαιο.
Από την άλλη μεριά ζουν σε μια κοινωνία χωρίς ηθικές αρχές που έχει αναγάγει ως κριτήριο επιτυχίας την απόκτηση πλούτου και την επίδειξη του.
Η καταστροφή λοιπόν και το κάψιμο καταστημάτων και τραπεζών αποτελεί την εκτόνωση αυτής οργής και δεν έχει στο μεγαλύτερο μέρος της ταξική βάση.
Όταν το 1995 έγινε η σύλληψη των 500 ατόμων που είχαν κλειστεί στο Πολυτεχνείο με έκπληξη οι περισσότεροι διαπίστωσαν ότι τα περισσότερα ήσαν τα παιδιά της διπλανής τους πόρτας.
Μέσα στη γενικότερη συνωμοσιολογία που μας διακατέχει, πολλοί είπαν ότι η κυβέρνηση άφησε τα γεγονότα να εξελιχθούν έτσι ώστε η προσοχή της κοινής γνώμης να απομακρυνθεί από το Βατοπέδιο.
Μπορεί πράγματι για λίγες μέρες το Βατοπέδιο να έρθει σε δεύτερη μοίρα.
Όμως προσωπικά πιστεύω ότι η κυβέρνηση είναι έντρομη μπροστά στα γεγονότα αυτά, τα οποία ξεπερνούν τις ανεπαρκείς ικανότητες που έχει για να τα τιθασεύσει.
Ταυτόχρονα δε δεν τρέφει ψευδαισθήσεις για τις δυνατότητες μιας κομματικοποιημένης , αποδιοργανωμένης, αποδυναμωμένης και εξίσου έντρομης αστυνομίας που η ηγεσία της προτιμά να παρακολουθεί αμέτοχη τις καταστροφές από το να κινδυνεύσει να βρεθεί με έναν ή πολλούς νέους νεκρούς από ανεξέλεγκτα αστυνομικά όπλα .
Ας ελπίσουμε όμως ότι δεν θα βρεθούμε να θρηνούμε κανένα άλλο νεκρό από το όπλο κάποιου απελπισμένου καταστηματάρχη όταν θα βλέπει ότι πάνε να καταστρέψουν ό,τι με κόπο και ιδρώτα έχει καταφέρει να αποκτήσει στη ζωή του.