Ο Μώμος είναι ο θεός της χλεύης και του
σκώμματος, της ειρωνείας και του σαρκασμού, προσωποποίηση της κοροϊδίας και της
αποδοκιμασίας.
Μπορεί σήμερα οι αρχαίοι θεοί να μην υπάρχουν πια όμως ο Μώμος κατάφερε να αφήσει γνήσιο
απόγονο του στην σύγχρονη Ελλάδα τον Γιώργο
Σκαμπαρδώνη. Διαβάστε το απολαυστικό κείμενο του Απ΄
τις στοές στην Στοά και θα καταλάβετε το γιατί.
Κάποιοι
Ελληνες, όπως εγώ, ο στρατηγικός σχεδιαστής, είμαστε «αριστεροί»
- λέξη θολή και βεβαίως
προσοδοφόρα. Είμαι υπέρ του προλεταριάτου, αλλά φυσικά δεν θέλω να γίνω
προλετάριος. Θέλω να είναι προλετάριοι οι άλλοι και εγώ να είμαι ηγέτης τους,
ένδοξος διανοούμενος επαναστάτης που αγαπώ βαθιά τον λαό (όλους τους λαούς εν
γένει, ως διεθνιστής, ακόμα και του Νεπάλ) και που αποφασίζω για τον λαό όντας
η πρωτοπορία του κόμματος, με προσόντα ανάλογα του Πολάκη και με ολίγον
Αυλωνίτου. (Καμία σχέση με τον ηθοποιό Αυλωνίτη).
Είμαι
αριστερός! Τι θαυμάσια αυτοεικόνα! Απεχθάνομαι τις επενδύσεις, τους
επιχειρηματίες, το κέρδος και τις τράπεζες - εννοώ τις ελληνικές τράπεζες,
γι' αυτό κι όταν μαζέψω λεφτά θα τα στείλω όλα έξω, στο Λουξεμβούργο. Δεν κάνω
καριέρα που είναι χολέρα, είμαι δικαιωματικά αργόμισθος με λεφτά των
προλεταρίων, και τα δικαιούμαι απλώς λόγω πεποιθήσεων - δεν γίνεται να τους
αγαπάω τόσο και να μη με πληρώνουν για να πίνω τζάμπα καφέ στην Πλατεία
Συντάγματος και να μιλώ για την ταξική ερμηνεία του φρέντο καπουτσίνο. Εξάλλου
οι Καπουτσίνοι, ως παπάδες, πάντα στήριζαν το σύστημα.
Σκέφτομαι
αριστερά, άρα είμαι δίκαιος, καλό παιδί και μου οφείλουν μισθό όλοι αυτοί οι
προλετάριοι, για τους οποίους έφτασα σε υπέρτατο σημείο αυτοθυσίας, δηλαδή να
διαβάσω μισό βιβλίο του Μαρξ, μέχρι και τρεις σελίδες Μαρκούζε προ εικοσαετίας,
όταν οι αντιδραστικοί μελετούσαν μόνο τους «Τέσσερις τροχούς» και τον εθνικιστή
Οδυσσέα Ελύτη.
Νύχτες
και νύχτες, πίνοντας και καπνίζοντας και την αγάπη βρίζοντας, άκουγα Μάρκο στις
ταβέρνες πίνοντας Μαλαματίνα, όταν οι δεξιοί μιλούσαν για τον Μπετόβεν και τον
Μότσαρτ χωρίς να έχουν δει ούτε έναν από τους πίνακες ζωγραφικής τους. (Κατά το
κοινώς λεγόμενο).
Βέβαια,
το ρεμπέτικο αποπλανά το προλεταριάτο, είναι τραγούδι της αστικής παρακμής,
άσμα των χασικλήδων και του περιθωρίου και πρέπει να αποδοκιμάζεται ιδεολογικά
διότι εθίζει τους εργάτες στην ανυπακοή - σκέφτεσαι να ζητούσες από τον
Μάρκο που την άκουγε όλη νύχτα και είχε κοιμηθεί στις πέντε, να ξυπνήσει οχτώ
το πρωί και να πάει να κάνει αφισοκόλληση;
Εμείς
ακούγαμε Βαμβακάρη, γιατί το κόμμα είχε αλλάξει άποψη τότε και αποφάσισε να
καπηλευτεί αναδρομικά και το ρεμπέτικο - αν και η δική μου άποψη ακόμα
είναι πως εμείς οι ηγέτες μπορούμε να ακούμε Γιοβάν Τσαούς, αλλά όχι και οι
εργάτες, οι οποίοι πρέπει να είναι αγνοί στην ψυχή και υπάκουοι, να κοιμούνται
στις δέκα για να μπορούν να πιάσουν τα μελλοντικά πλάνα που θα τους ορίσουμε
εμείς, η φωτισμένη ηγεσία τους.
Είμαι
αριστερός, ιδιότητα προσοδοφόρα εν Ελλάδι. Εννοώ προσοδοφόρα για τον λαό, που
έχει την τύχη να διαθέτει τέτοιους πρωτοπόρους της ιδεολογίας και του
στρατηγικού σχεδιασμού σαν κι εμάς, φτωχόπαιδα, επαρχιώτες χωρίς πτυχία και
μεταπτυχιακά του εξωτερικού που διαθέτουν οι αντιδραστικοί. Χωρίς να μιλούμε
ξένες γλώσσες, ούτε καν αγγλικά επιπέδου Λόουερ. Εξάλλου αυτή είναι η γλώσσα
του διεθνούς κεφαλαίου. Ούτε γαλλικά μιλούμε, διότι και οι Γάλλοι είναι ιμπεριαλιστές
και ήρθαν προχτές να κάνουν επενδύσεις για να μας ελέγχουν μακροπρόθεσμα με το
χρήμα, σαν την Eldorado - μικρός μόνο άκουγα λίγο Ανταμό, επειδή νόμιζα
πως είναι Βέλγος, απ' τη Στουτγάρδη.
Απεχθάνομαι
επίσης τα κομπιούτερ και την οδήγηση, διότι και αυτά, τα αυτοκίνητα και τα
λοιπά, είναι τεχνολογία, προϊόντα των μονοπωλίων και έχω μια ενστικτώδικη (δεν
λέω «ενστικτώδη», διότι είναι δεξιά λέξη) απέχθεια για οτιδήποτε δυτικό και
ευρωπαϊκό - κι αν πουλάμε απ' το κόμμα φιλευρωπαϊσμό, είναι για λόγους ταχτικής
(μέχρι να τους μαντρώσουμε όλους), όπως είναι και η αγάπη μας για τον απεχθή
Ανδρέα. Η σοσιαλδημοκρατία εξάλλου είναι δεκανίκι του κεφαλαίου, άρα του
φασισμού. Αμα το πάρεις μαρξιστικά, βγαίνει.
Σε
λίγο θα καπηλευτούμε και τον Κύριλλο και τον Μεθόδιο υποστηρίζοντας πως
εμείς, το κόμμα, είμαστε που κάναμε τον φωτισμό των Σλάβων. Ο σκοπός
αγιάζει τα μέσα - ιδίως τα μέσα μαζικής ενημέρωσης που ελέγχουμε.
Και
αν στέλνω αϊλαβιάρικα μηνύματα με το κομπιούτερ στη Μενεγάκη, είναι γιατί δεν
υπάρχει άλλος τρόπος και αναγκάζομαι να χρησιμοποιώ αυτά τα διαβολομηχανήματα
των ιμπεριαλιστών για χάρη της - πρέπει να την κατακτήσω, διότι αυτό θα
είναι μια ταξική εκδίκηση διά του έρωτος, συμβολική άλωση των χειμερινών
ανακτόρων, ένα αντίβαρο της ήττας μας στον Γράμμο - Βίτσι. Τι Βίτσι, τι βίτσιο,
το ίδιο κάνει κατά βάθος.
Κάτι
σαν ο Βασιλάκης Καΐλας ποθεί την Καϊλή. Καΐλας και Καϊλή, όπως το «Δάφνις και
Χλόη». Είναι μια ταξικά δίκαιη διεκδίκηση ή μάλλον ρεβάνς για τα όσα πέρασα στο
χωριό. Για τη στέρηση. Ξέρεις, στη συντηρητική επαρχία ήταν τότε συνηθισμένη η
πολύχρονη «χειράντλησις σπέρματος», όπως λέει ποιητικά ο Εμπειρίκος. Αλλά τώρα
οι λαμπερές αστές είναι το τρόπαιο του ταξικού νικητή. Του λαϊκού ηγέτη. Του
στρατηγικού συμβουλάτορα. Εξάλλου όλα είναι ταξικά - κυρίως η ερωτική
κατάκτηση. Τι Μαρκούζε, τι παρτούζε. Κλινοπάλη των τάξεων, που λέει κι ο
Φόιερμπαχ στο έργο του «Τα μαύρα φεγγάρια τα ξενέρωτα».
Ο
αγώνας έχει σημασία. Κι άσε που λένε ότι ο χρυσός μάς φέρνει πιο κοντά
- πρόκειται για αντιδραστικό σύνθημα της Eldorado, όπως το «Μεταξύ μας
Μεταξά», που είχαν βγάλει οι οπαδοί της 4ης Αυγούστου. Θα κλείσει, λένε, η
Eldorado και θα μείνουνε 2.500 εργαζόμενοι στον δρόμο. Ε, κι έπειτα; Στα
τσακίδια μας. Θα τους προσλάβουμε όλους ως στρατηγικούς συμβούλους. Μόνο τα κορόιδα
δουλεύουνε, πλέον, ως μεταλλωρύχοι, στις στοές. Αμα θέλουν στοές, θα τους
παίρνω στη Στοά του Βιβλίου και θα τους μυήσω στην ταξική προσέγγιση της
κοινωνίας. Διότι όλα είναι ταξικά. Θα αρχίσουμε από την ανάλυση του φρέντο
καπουτσίνο. Εξάλλου οι Καπουτσίνοι ήταν παπάδες, άρα πάντα στήριζαν το σύστημα.
Αμα το πάρεις μαρξιστικά, βγαίνει.