Πέμπτη 25 Απριλίου 2024

Ο ΠΡΩΤΟΣ ΕΡΩΤΑΣ ΔΕΥΤΕΡΗ ΦΟΡΑ



 

Από ένα ντουλάπι ξέθαψα κάτι αρχαία 45ρια δισκάκια με ένα χαρτάκι επάνω με το όνομα μου κολλημένο με σελοτέιπ.
Αμέσως ένα πλήθος από ευχάριστες αναμνήσεις από ένα αξέχαστο καλοκαίρι  ξεχύθηκαν από το μυαλό μου. Μετά θυμήθηκα με πόσο ευχάριστη διάθεση είχα γράψει πριν 14 χρόνια το  ποστ Ο ΠΡΩΤΟΣ ΕΡΩΤΑΣ .
 Γιατί τα δισκάκια είχαν το όνομα μου κολλημένο επάνω τους ,θα το καταλάβει κανείς αν διαβάσει το ποστ αυτό, που το αναδημοσιεύω.

Έχω γράψει ήδη για τα καλοκαίρια που πέρασα σαν παιδί στην Σαλαμίνα.
Εκεί το καλοκαίρι σχηματιζόταν μια μεγάλη παρέα από παιδιά παραθεριστών, ποικίλης κοινωνικής προέλευσης και οικονομικής κατάστασης, γεγονός όμως που σε αυτές τις ηλικίες και εκείνα τα χρόνια δεν έπαιζε κανένα ρόλο, γιατί έτσι κι΄ αλλιώς η διασκέδαση μας ήταν τσάμπα, η μετακίνηση ήταν με ποδήλατα και το ελάχιστο χαρτζιλίκι που είχαμε όλοι, πήγαινε σε τσίκλες και παιδικά περιοδικά που κυκλοφορούσαν δημοκρατικά από χέρι σε χέρι.
Το πρωί το μπουλούκι ήταν στην θάλασσα και το βράδυ εκτός από χάζι και κοζερί είχε απαραίτητα και χορευτική κατάληξη.
Ο καθένας μας είχε φέρει από το σπίτι του τα 45ρια δισκάκια που είχε, ένας άλλος είχε φέρει ένα φορητό πικ απ με μπαταρίες, όποτε κάθε βράδυ διαλέγαμε συνήθως ένα κλειστό εξοχικό, που δεν έρχονταν συχνά οι ιδιοκτήτες του και είχε και μεγάλη βεράντα, οπότε πηδώντας την μάντρα είχαμε μια πίστα χορού μακριά από τα μάτια των μεγάλων.
Έτσι λοιπόν στην σκοτεινή βεράντα μπορούσες να χορέψεις τσικ του τσικ με τα θηλυκά της παρέας μη έχοντας καλά καλά συνειδητοποιήσει για ποιο λόγο αυτό το ενοχλητικό ανορθωμένο πράγμα ανάμεσα στα σκέλια σου σε ανάγκαζε να χορεύεις σαν στραβοσουγιάς με το κάτω σου ήμισυ μακριά από την ντάμα για να μην γίνεις ρεζίλι αν σε ρωτήσει τι είναι αυτό το σκληρό!
Εκεί λοιπόν γύρω στα 13- 14 γνώρισα και τον πρώτο μου έρωτα!
Εκείνη θα ήταν κάνα χρόνο μικρότερη, με ένα χαριτωμένο μουτράκι και δύο υπέροχα πόδια τα οποία μπορείτε να θαυμάσετε στην παραπάνω φωτογραφία στην οποία ο καμαρωτός και χαμογελαστός νεανίας που ίσταται υπεράνω της είναι ο Αθεόφοβος .
Επειδή η πρώτη φωτογραφία δεν είναι και πολύ καθαρή, καπάκι από κάτω σας έβαλα και μια καλλιτεχνική μου φωτογραφία σε φωτογράφο, σε αυτή την ηλικία, που παρά το γλαρό βλέμμα που έχω από το στήσιμο, είναι εμφανές ότι καμαρώνω σαν γύφτικο σκεπάρνι για την μαύρη μπλούζα με την κίτρινη λουρίδα που φοράω, για την οποία ήμουνα πολύ περήφανος θεωρώντας την τελευταία λέξη της τότε μόδας!
Από αυτή την ηλικία πάντως είχα μια ιδιαίτερη ευαισθησία στα πόδια που είναι το μοναδικό μέρος του γυναικείου σώματος που δεν μπορεί ούτε να βελτιωθεί ούτε να κρυφτεί. Άλλωστε αυτά είναι και τα πρώτα που πρόσεξα αργότερα και στην κ. Αθεόφοβου.
Εκείνα δε τα χρόνια σπάνιζαν οι δίμετροι κορίτσαροι που κυκλοφορούν σήμερα , και η πλειονότητα των γυναικών αλλά και των ανδρών, όπως με νόημα λέει κοιτάζοντας το ευσταλές παράστημα μου του 1,66 η σύζυγος, ανήκε στις μελαψές φυλές κοντοπόδαρες που τραγουδάει και ο Διονύσης.
Για αυτό άλλωστε τον λόγο ήταν συνήθης ο σχολιασμός των άτυχων κοντοπόδαρων γυναικών από το ανδρικό κοινό με την χυδαία φράση: αυτή άμα κλάνει σηκώνει σκόνη!
Βέβαια λόγω ηλικίας ενώ από πόδια και μουτράκι ήταν της απολύτου αρεσκείας μου το στήθος της ήταν σχεδόν ανύπαρκτο!
Όμως σε αυτή την ηλικία η μοναδική επιδίωξη που είχα ήταν να την φιλήσω, να χαϊδέψω ότι θα μου επέτρεπε, και βέβαια να «πουλήσω» και στην παρέα ότι έχουμε και γκόμενα!
Όμως πως θα κατάφερνα να καταλάβω αν τα αισθήματα είναι αμοιβαία χωρίς να κινδυνεύω να φάω και καμιά χυλοπίτα, γεγονός που θα καταρράκωνε πλήρως την προσωπική μου αυτοεκτίμηση ;
Έβαλα λοιπόν σε εφαρμογή όλη μου την γοητεία με στενό μαρκάρισμα και καθημερινό ατελείωτο μπλα μπλα που ήταν και το φόρτε μου.
Εκείνα τα χρόνια οι νοικοκυρές δεν είχαν ηλεκτρικές κουζίνες οπότε τα φαγητά τα έστελναν στο φούρνο με το ταψί και βέβαια οι βλαστοί της οικογενείας αναλάμβαναν το σκληρό καθήκον να το πάνε και να το φέρουν εξοπλισμένοι με εφημερίδες στα χέρια για να μην καούν.
Ακόμα θυμάμαι με τι ευχαρίστηση και λαιμαργία έτρωγα τις Κυριακές ξελιγωμένος από την πείνα τις πεντανόστιμες και καλοψημένες πατάτες, παρά το ότι έκαιγαν, από το ταψί με το αρνάκι, κουβαλώντας το το μεσημέρι στο σπίτι.
Μια μέρα λοιπόν την βλέπω το μεσημέρι να πηγαίνει στον φούρνο που ήταν σε ένα ανηφορικό κατσικόδρομο με χώμα να πάρει ένα ταψί με ντομάτες γεμιστές.
Πάραυτα ξυπνάει ο ιππότης μέσα μου και προθυμοποιούμαι να την μεταφέρω με το όχημα, δηλαδή το ποδήλατο μου!
Στο ποδήλατο είχα γυρίσει και το τιμόνι ανάποδα για να φέρνει προς το πιο σπόρ αλλά και με τον απώτερο και δόλιο σκοπό όταν βάζεις κάνα κορίτσι να κάτσει στον σωλήνα, αναγκαστικά να βρίσκεσαι σε καλύτερη επαφή μαζί της!
Προθύμως λοιπόν αποδέχτηκε την ιπποτική προσφορά μου οπότε όταν πήρε το ταψί από τον φούρνο το ακουμπήσαμε στο τιμόνι, αυτή έκατσε στον σωλήνα κρατώντας το, και ο πανευτυχής Αθεόφοβος τρίβοντας όλως τυχαίως βέβαια, την μούρη του λόγω του ανωμάλου του δρόμου, καθώς την είχε χωμένη, στον σβέρκο της και στα κοντά μαλλιά της, με ανορθωμένο πλήρως το ηθικό και το ανήθικο του, πήρε την κατηφόρα του κατσικόδρομου.
Όταν φτάσαμε στο ίσιωμα, κάπου 100 μέτρα πιο κάτω χάθηκε απότομα όλη η γοητεία και το θέαμα ήταν τραγικό.
Σχεδόν όλες οι πατάτες είχαν πέσει στη διαδρομή από τα τινάγματα του δρόμου ενώ τα πανέμορφα πόδια της, κάτω από το σορτσάκι που φόραγε, είχαν λουστεί με όλο το λάδι του ταψιού!
Ευτυχώς οι ντομάτες είχαν παραμείνει στην θέση τους αλλά το γεγονός αυτό δεν μείωσε το γερό χέσιμο που έφαγε από τους αρκετά λαϊκούς, από τα Μανιάτικα του Πειραιά, γονείς της .
Κατά το βραδάκι όλη η παρέα ήταν καθισμένη σα ένα χαμηλό τοιχάκι και έτριβαν όλοι με μανία τον κώλο τους επάνω στην αδρή του επιφάνεια.
Η τότε υπάρχουσα μόδα επέβαλε το πίσω μέρος του τζιν να είναι σχεδόν άσπρο από την φθορά.
Η μικρή πλυμένη βέβαια από τα λάδια και με υγρούς οφθαλμούς, ήρθε και έκατσε δίπλα μου και μου είπε όλα τα σχετικά που έγιναν στο σπίτι της τρώγοντας η οικογένεια τις γεμιστές ντομάτες χωρίς πατάτες και σάλτσα, και το τι άκουσε από τους γονείς της.
Τότε πλέον αποφάσισα ότι ήρθε η μεγάλη στιγμή που έπρεπε να κάνω ένα αποφασιστικό και μεγάλο βήμα και αυτό ήταν να απλώσω το ξερό μου και να την αγκαλιάσω από τους ώμους.
Πράγμα που έγινε.
Όμως μια άκρως δυσάρεστη έκπληξη με περίμενε .
Ένας θρασύτατος αντεραστής που καθόταν από την άλλη μεριά είχε απλώσει και αυτός το κουλό του στους ώμους της!
Έντονο κύμα θυμού με κατέλαβε σε σημείο που κατανίκησε την έμφυτη λεπτότητα και διακριτικότητα του χαρακτήρα μου, που μερικοί κακοήθεις ονομάζουν δειλία, και την άρπαξα από το χέρι την σήκωσα απάνω και της είπα με αποφασιστικότητα:
-Θέλω να σου πω δύο λόγια!
Σε αυτό το σημείο πολλοί εκ των αναγνωστών θα ήταν ικανοί να εκστομίσουν πλήθος από αυτά τα ερωτόλογα που περιμένουν διακαώς να ακούσουν όλα τα θηλυκά ανά τους αιώνας.
Όμως εγώ ανίκανος από τότε αλλά και εις τον υπόλοιπο βίο μου να λέω τέτοιες παπαριές, ενώ μέχρι τότε την είχα πεθάνει στο μπλα μπλα εκείνη την στιγμή εφάρμοσα το λακωνίζειν εστί φιλοσοφείν, και φιλοσόφησα λέγοντας:
Εμένα ή αυτόν;
Κύματα ευτυχίας και αγαλλιάσεως πλημμύρησαν το εσώψυχο μου όταν μου ήρθε η μονολεκτική απάντηση:
Εσένα!
Ως έμπειρος δε πρώτος εραστής της, της δίδαξα και πως φιλάνε!
Βλέπετε στην 5η Δημοτικού είχα φιλήσει άλλο ένα κορίτσι αφού για αρκετή ώρα το είχα κυνηγήσει γύρω από ένα τραπέζι!
Στο σημείο αυτό νομίζω ότι τα συναισθήματα αυτής της ηλικίας τα περιγράφει με γλαφυρότητα ο Ιωάννης Κονδυλάκης στο διήγημα του «Η Κάκια μας»
...Εγερθείς δια μιας την ενηγκαλίσθην και εκόλλησα τα χείλη μου επί των χειλέων της. Η Κάκια έγινε περιπόρφυρος και έτιλλε τα πέταλα του ρόδου το οποίον εκράτει ,εν αμηχανία
......Και τώρα υπό τας θωπείας αυτής εσκίρτων ως ηλεκτριζόμενος και φρικίασις αμυθήτου ηδύτητος διέτρεχε τα νεύρα μου.
Βέβαια ή δικιά μου δεν μαδούσε κανένα τριαντάφυλλο γιατί κρατούσε αμήχανα την τρόμπα του ποδηλάτου μου που μου την είχε ζητήσει προηγουμένως για το ποδήλατο της και βέβαια παρά το ότι σαν την Κάκια είχε πλέον αναπτυχθή εις τελείαν κόρην, αποκτήσασα όλην την χάριν της ήβης, την ανάπτυξιν του αναστήματος δεν είχε ακόμα αποκτήσει δυστυχώς,σαν την Κάκια την θελκτικήν του στήθους καμπύλωσιν!
Το βράδυ έγινε ένα κανονικό πάρτυ σε σπίτι με φαγητό αναψυκτικά και τις μαμάδες μπάστακες πιο πέρα.
Εκείνες τις μέρες είχε έρθει και η δικιά μου, που της είχαν σφυρίξει την επιτυχία του γιού της και ήθελε να δει από κοντά ποια είναι αυτή που γούσταρε το βλαστάρι της, στην οποία βεβαίως και είχα κάνει δριμύτατες συστάσεις να μην πετάξει καμιά κοτσάνα στο κορίτσι μου και μόνο εκ του μακρόθεν να την δει .
Λόγω του επισήμου πάρτι η μικρή ήρθε με ένα έξωμο φόρεμα και αρωματισμένη με αποτέλεσμα το χέρι μου που χάιδευε όλο το βράδυ την πλάτη της να έχει ποτίσει από το άρωμα της με αναπόφευκτη και ηδονική κατάληξη να μυρίζω το αυστηρώς άπλυτο χέρι μου μέχρι την άλλη μέρα που δυστυχώς η θάλασσα εξαφάνισε την ευωδία από την παλάμη μου .
Δυστυχώς all the good thinks come to an end .
Μετά από ένα δραματικό χωρισμό μετά δακρύων ανταλλάξαμε τηλέφωνα ξέροντας βέβαια ότι η απόσταση Αθήνα -Πειραιάς που μέναμε σήμαινε και το τέλος του ειδυλλίου.
Θα είχε περάσει κάνα δίμηνο από τον χωρισμό όταν ήρθε μια μέρα ο πατέρας μου να με ρωτήσει με ένα πονηρό χαμόγελο στα χείλη:
-Δεν μου λες ποια είναι η ........;
-Γιατί ρωτάς ,του είπα παίρνοντας το σοβαρό μου ύφος.
-Γιατί με πήρε ο πατέρας της τηλέφωνο!
Έμεινα κόκαλο!
-Και τι σου είπε;
-Με ρώτησε τι σκοπούς έχει ο γιός μου για την κόρη του!
Ξανάμεινα κόκαλο!
-Και τι του είπες;
-Ότι το μόνο σκοπό που έχει ο γιός μου μέχρι στιγμής είναι να τελειώσει το γυμνάσιο!
Έτσι λοιπόν έληξε μια μεγάλη ιστορία αγάπης με την βάρβαρη παρέμβαση του Μανιάτη πατέρα της, και δεν ξαναείδα το γλυκό αυτό πλάσμα για να διαπιστώσω αν τελειοποίησε την γοητεία της όταν μεγαλώνοντας απέκτησε πλέον και στήθος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου