Σάββατο 14 Δεκεμβρίου 2013
ΟΤΑΝ Ο ΑΘΕΟΦΟΒΟΣ ΤΡΑΓΟΥΔΗΣΕ ΣΤΟ ΗΡΩΔΕΙΟ !
Οι περισσότεροι από μας έχουν συνδυάσει την κρατική
ραδιοφωνία με τον πασίγνωστο Τσοπανάκο
που αποτελούσε το σήμα έναρξης των προγραμμάτων της.
Διαβάζοντας ένα σχετικό κείμενο του Ανδρέα Ρουμελιώτη για το σήμα αυτό μου ήρθαν στο μυαλό ιλαρές
αναμνήσεις από τα γυμνασιακά μου χρόνια.
Ο Αθεόφοβος είναι ένδοξος απόφοιτος του Α΄ Προτύπου
Γυμνασίου Αρρένων Αθηνών, στο οποίο δεν διακρίθηκε σε τίποτα , γιατί ως μαθητής
την μόνη βασική φιλοδοξία που είχε
ήταν να μην μείνει μετεξεταστέος!
Για να το πετύχει αυτό εφάρμοσε την σοφή αρχή του "λάθρα
βιώσαι" η οποία βασίζεται στην απόλυτα λογική σκέψη πως όταν δεν σε ξέρουν οι καθηγητές τόσο λιγότερες φορές
θα σε σηκώσουν στο μάθημα για να καταλάβουν πόσο αδιάβαστος είσαι, όταν μάλιστα
στην τάξη υπάρχουν, όπως τότε, 60 μαθητές! Έτσι κατάφερε, να τον σηκώνουν στο
μάθημα μόνον όταν είχε την ατυχία ο
καθηγητής να δει στον κατάλογο ότι δεν είχε εξεταστεί σε όλο το τρίμηνο.
Μόνο ένας αντιπαθέστατος φιλόλογος με είχε πάρει χαμπάρι και
είχε πει στον πατέρα μου όταν είχε έρθει
στο σχολείο για να μάθει πως πάει το βλαστάρι του: Είναι της ήσσονος προσπαθείας!
Επίσης, βοηθούντος
και του ευσταλούς μου αναστήματος, είχα
πετύχει να μην έχω συμμετάσχει ποτέ στις
σχολικές παρελάσεις, αλλά αυτό όμως που δεν κατάφερα είναι να μην συμμετάσχω ,
παρότι κακόφωνος στην σχολική χορωδία.
Εύλογον λοιπόν είναι το ερώτημα πως ένας ισχυρός ανταγωνιστής του Κακοφωνίξ βρέθηκε στην χορωδία.
Στο σημείο αυτό πρέπει να παρουσιάσω τον βασικό υπεύθυνο
αυτής της επιλογής που ήταν ο καθηγητής μας της Ωδικής.
Αυτός ήταν ένας καλότατος άνθρωπος, με καλές σπουδές και
μουσική κατάρτιση, που δυστυχώς είχε την ίδια ατυχία με το ίνδαλμα του τον
Μπετόβεν , να είναι σχεδόν θεόκουφος!
Η αναπηρία του αυτή αποτελούσε, όπως μπορεί να καταλάβει
κανείς την αιτία που αρκετά συχνά εκμεταλλευόταν η εφηβική ,ανάλγητη και
ευεπίφορη στην πλάκα ,αγοροσύναξη του
σχολείου.
Είναι χαρακτηριστικό λοιπόν το τι γινόταν πχ όταν ο καιρός
ζέσταινε και ερχόταν ο ατυχής στο γυμνάσιο φορώντας ένα το πάλαι ποτέ άσπρο κουστούμι που με τα χρόνια δεν διατηρούσε
πλέον και τόσο εκθαμβωτική λευκότητα μη έχοντας προφανώς τύχει ποτέ φροντίδας
σε καθαριστήριο, λόγω της οικονομικής
στενότητας της εποχής, πολύ χειρότερης της σημερινής.
Καθώς λοιπόν διέσχιζε την αυλή, σε διάλλειμα, για να μπει
στο σχολείο, από μερικά σημεία της
ακουγόντουσαν μέσα από το πλήθος διάφορες αγριοφωνάρες μιμούμενες τους τότε πλανοδίους παγοτατζήδες οι οποίοι
ντυμένοι στα λευκά έσπρωχναν τα καροτσάκια τους φωνάζοντας: Παγωτά η ΕΒΓΑ ΑΑΑΑ!
Γύρναγε ο ταλαίπωρος, γιατί
άκουγε μεν τις φωνές αλλά δεν
μπορούσε να καταλάβει ούτε ποιος ήταν, ούτε από που ερχόντουσαν και
μουγκρίζοντας θυμωμένος -Θα σας πιάσω
παλιόπαιδα! έμπαινε στο κτήριο.
Δεν θυμάμαι πια πως, βάζοντας μας τραγουδήσουμε όλοι μαζί, κάτι ξεχώριζε ποιοι από μας είμαστε καλοί για
δεύτερη φωνή.
Αυτό που θυμάμαι είναι πως σε δύο διαφορετικές περιστάσεις
την μία βρέθηκα να είμαι καλός για δεύτερη φωνή αλλά την άλλη όχι!
Έτσι λοιπόν μια μέρα στο μάθημα άρχισε να κάνει επιλογές για
να συμμετάσχουμε στην σχολική χορωδία.
Εν μέσω της γενικής παραφωνίας 60 παντελώς άμουσων παιδιών που τραγουδούσαν παράφωνα, πλησίαζε
με το χέρι στο αυτί και προσπαθούσε να καταλάβει που ανήκει η φωνή του καθενός
μας.
Έτσι λοιπόν βρέθηκα τελικά
να συμμετέχω και εγώ στην χορωδία του σχολείου.
Η αποκορύφωση όμως της καριέρας μου ως χορωδιακό μέλος ήταν
όταν η χορωδία αυτή έδωσε συναυλία και μάλιστα στο Ηρώδειο, παρακαλώ!
Σε ένα σχεδόν κατάμεστο λοιπόν Ηρώδειο από μανάδες,
πατεράδες, συγγενείς, φίλους και μάλλον ελάχιστους μουσικόφιλους, η συναυλία
άρχισε απόλυτα ελληνοπρεπώς με τον Τσοπανάκο που διέθετε όμως και την ανάλογη
σκηνοθετική προετοιμασία!
Βγήκε αρχικά ένας μαθητής με ένα μεγάλο κυπροκούδουνο στα
χέρια και αφού το βάρεσε, όπως ακούγεται και στο σήμα του ραδιόφωνου,
εμφανίστηκε ένας άλλος μαθητής, ένα
λεβεντόπαιδο γνήσιο προϊόν της ελληνικής υπαίθρου,που θύμιζε τον τσολιά που
κοσμούσε το εξώφυλλο του LIFE το 1940 και με στεντόρεια φωνή άρχισε να τραγουδά: Τσοπανάκος ήμανεεε,
προβατάκια φύλαγα....
Η εκτέλεση ήταν άκρως επιτυχής και το κοινό των γονέων και
των λοιπών φιλόμουσων συγγενών, την χειροκρότησε με ένταση, ενθουσιασμό και διάρκεια.
Ο μουσικός μας το καταευχαριστήθηκε και έδωσε αμέσως εντολή
να επαναληφθεί το άσμα.
Ξανά λοιπόν κυπροκούδουνο , Τσοπανάκος ήμανεεε.... και ξανά έντονο χειροκρότημα του κοινού
μικρότερης όμως διάρκειας.
Ο μουσικός όμως έχοντας καταληφθεί από οίστρο από την
επιτυχία που είχε το μουσικό του επίτευγμα δίνει την εντολή να εκτελεστεί για
3η φορά το τραγούδι.
Κυπροκούδουνο, Τσοπανάκος
ήμανεεε.. κτλ αλλά αυτή την φορά το κοινό προ του κινδύνου να το υποστεί
για τέταρτη φορά κράτησε τα χέρια του στις τσέπες του!
Ένα πνιχτό γέλιο απλώθηκε στην χορωδία και στο κοινό και δεν
θυμάμαι πλέον πως συνεχίστηκε η χορωδιακή αυτή πανδαισία όπως και τι άλλο
τραγουδήσαμε στην συνέχεια.
Με αυτή την συναυλία έληξε και η τραγουδιστική μου
σταδιοδρομία η οποία όμως άνοιξε τον δρόμο να εμφανιστούν στο Ηρώδειο εξίσου
καλοί τραγουδιστές που μπόρεσαν με δυσκολία βέβαια, να αναπληρώσουν το δυσαναπλήρωτο
αυτό κενό που άφησε η αποχώρηση μου από το μουσικό προσκήνιο, όπως ο Νταλάρας,
ο Μητροπάνος κτλ
Μια σπάνια εκτέλεση του Τσοπανάκου από το 1910 είναι η
παρακάτω η οποία θυμίζει αρκετά την δική μας "εκτέλεση"
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Ευτυχώς που σταμάτησες το τραγούδι και έπιασες το γράψιμο και έτσι απολαμβάνουμε αυτα τα σπαρταριστά κείμενα!
ΑπάντησηΔιαγραφήΑλεξανδρος Κ.
Πράγματι το λάθρα βιώσαι είναι ο αποτελεσματικότερος τρόπος για να γλυτώνεις από το να σε σηκώνουν στην τάξη ! Το είχα εφαρμόσει και εγώ συστηματικά.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣήμερα οι τάξεις είναι με πολύ λιγότερους μαθητές οπότε λίγο πολύ τους ξέρουν οι καθηγητές ,όπως μου λεει και ο γιός μου.
πολυ καλο
ΑπάντησηΔιαγραφή