Από το ΒΗΜΑ 2.Μια φωτογραφία τα λέει όλα. Μετρημένοι στα δάχτυλα θεατές σε κεντρική αίθουσα της Αθήνας για να παρακολουθήσουν βραδινή παράσταση καθημερινής του «Αυστηρώς κατάλληλο» των Μιχάλη Ρέππα - Θανάση Παπαθανασίου. Σε 47 αθηναϊκές αίθουσες και σε διάστημα δύο εβδομάδων η ταινία έχει φθάσει τις 73.000 εισιτήρια, σύμφωνα με την εταιρεία διανομής της Στον ίδιο κινηματογράφο είδα και το Αθήνα-Κωνσταντινούπολη του Νίκου Παναγιωτόπουλου στην παράσταση 9-11 μαζί με καμιά 10 άλλους θεατές......Την πρώτη επανάσταση που πέτυχα απέναντι στην πατρική εξουσία ήταν σε ηλικία 14 ετών. Κατέκτησα τότε το δικαίωμα να πηγαίνω στον κινηματογράφο μόνος μου χωρίς τη συνοδεία γονέων ή γιαγιάδων. Σημειωτέον ότι και οι δύο γιαγιάδες ήσαν αρκούντως κινηματογραφόφιλες . Η γιαγιά από τη μεριά της μάνας μου με αλέγκρο χαρακτήρα και άνθρωπος της καλοπέρασης ήταν η πιο φανατική σε σημείο που θυμάμαι εμένα και την εξαδέλφη μου παιδιά να προσπαθούμε να την ξεκολλήσουμε και να την τραβάμε για να φύγουμε έχοντας δει πλέον την ταινία πάνω από δυόμισι φορές!
Η γιαγιά από την μεριά του πατέρα μου ήταν ακριβώς ο αντίθετος τύπος, άνθρωπος του καθήκοντος. Ενώ ψόφαγε και αυτή να πάει στον κινηματογράφο ο χαρακτήρας της δεν της επέτρεπε να το παραδεχθεί ευθέως. Έτσι γινόταν πάντα η εξής κωμική σκηνή με τον πατέρα μου. Πήγαινε και το έλεγε:
Ξέρεις το παιδί θέλει να πάει κινηματογράφο τι να κάνω; οπότε και εκείνος ξέροντας πολύ καλά ότι γούσταρε πολύ να πάει, αλλά χωρίς να το παραδεχθεί, της έλεγε:
άμα θέλεις εσύ να πας να πάτε, για να εισπράξει την μόνιμη και κλασική απάντηση:
θα πάμε, όχι για μένα, αλλά για το παιδί!Έτσι λοιπόν από τότε έγινα φανατικός κινηματογραφόφιλος.
Έβλεπα τα πάντα από ταινίες ποιότητος μέχρι
Φράνκο και Τσίτσο.
Ως φοιτητής δε ήμουνα γραμμένος στην κινηματογραφική λέσχη και έτσι είδα όλη την πρωτοπορία από τις ταινίες που έχουν μείνει στην ιστορία του κινηματογράφου από την Αμερική, τη Ρωσία, τη Γαλλία και μέχρι την Ιαπωνία.
Η γυναίκα μου, άνθρωπος που από παιδικής ηλικίας μέχρι σήμερα με δυσκολία αποχωρίζεται το κρεβάτι του άμα καταφέρει να ξυπνήσει , ακόμα θυμάται με φρίκη ότι την Κυριακή το πρωί έπρεπε να ξυπνήσει πουρνό-πουρνό για να βρίσκεται στις δέκα το πρωί στο Άστυ που ήταν η κινηματογραφική λέσχη και την περίμενε εκείνος ο Αθεόφοβος κινηματογραφόφιλος κουλτουριάρης συμφοιτητής της που από την πρώτη στιγμή που τον είδε είχε αποφασίσει ότι αυτόν ήθελε να παντρευτεί και τελικά το κατάφερε!
Έτσι λοιπόν, μαζί με την επίτευξη του τελικού στόχου που κέρδισε, απέκτησε και μια πλήρη κινηματογραφική παιδεία βλέποντας όλες τις κλασικές ταινίες από τον Αϊζενστάιν μέχρι τους σύγχρονους σκηνοθέτες.
Σαν φοιτητές λοιπόν, σχεδόν επί καθημερινής βάσης, είχαμε διατρίψει σε όλες τις κινηματογραφικές αίθουσες της ευρύτερης περιοχής της Αθήνας, έχοντας γνωρίσει όλους τους εξώστες των κινηματογράφων, λόγω του φθηνότερου εισιτήριου και της δυνατότητας που σου προσφέρουν τα τελευταία καθίσματα όταν η ταινία δεν έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να προβείς σε ερωτικές διαχύσεις χωρίς τα βλέμματα των περίεργων.
Σήμερα πλέον που δεν υπάρχει εξώστης ,καθόμαστε σεμνά στο κινηματογράφο με μια θέση μεταξύ μας κενή για να ακουμπάμε με άνεση τα χέρια μας χωρίς να δίνει αγκωνιές ο ένας στον άλλο!
Με την πάροδο των ετών και τις καθημερινές υποχρεώσεις η κινηματογραφική απόλαυση αναγκαστικά περιορίστηκε σε δύο με τρεις φορές την εβδομάδα και κυρίως στους κινηματογράφους της περιοχής των Αμπελοκήπων, Αλεξάνδρας και Ιλισίων που ήταν από παλιά μια πολύ καλή κινηματογραφική πιάτσα.
Όμως η τηλεόραση και στη συνέχεια η εμφάνιση των κινηματογραφικών σουπερμάρκετ ήταν καταστροφική για τους ανεξάρτητους κινηματογράφους.
Μπορεί τα σουπερμάρκετ να διαθέτουν καλά μηχανήματα προβολής δυστυχώς όμως το κοινό που προσελκύουν βρίσκεται εκεί τις περισσότερες φορές για να βρεθεί με την παρέα του και όχι για να παρακολουθήσει μια συγκεκριμένη ταινία. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να μπαίνουν σε οποιαδήποτε αίθουσα αρχίζει εκείνη την ώρα και αν η ταινία ξεφεύγει λίγο από τη συνήθη αμερικανική αισθητική που έχουν συνηθίσει, τότε καθιστούν με τη φασαρία που κάνουν αδύνατη την παρακολούθηση της. Για τους λόγους αυτούς πάντα προτιμούσα να βλέπω ταινίες σε ανεξάρτητες αίθουσες.
Η περιοχή λοιπόν των Αμπελοκήπων και της λεωφόρου Αλεξάνδρας διέθετε αρκετούς ανεξάρτητους κινηματογράφους ,πολλοί δε από αυτούς ανήκουν στο
δίκτυο των ευρωπαϊκών κινηματογράφων και έτσι προβάλλουν και Ευρωπαϊκές ταινίες που έχουν αποκλεισθεί από το κυρίαρχο αμερικανικό σύστημα διανομής που κυριαρχεί στους υπόλοιπους.
Στο δίκτυο αυτό ανήκουν οι κινηματογράφοι
Δαναός, Ααβόρα, Ανδόρα, Απόλλων, Αστυ, Ιντεάλ, Τριανόν, Μικρόκοσμος και από τα θερινά η
Ριβιέρα και το
Βοξ. Μπορεί να φαίνονται λίγοι αλλά αν δει κανείς τι γίνεται στην υπόλοιπη Ελλάδα μόνο θλίψη μπορεί να τον πιάσει. Στο δίκτυο ανήκουν ΕΝΑΣ μόνο κινηματογράφος και αυτός συνήθως είναι δημοτικός και θερινός, μόνο σε άλλες 6 πόλεις της Ελλάδας και στην Κύπρο. Η μόνη πόλη που διαθέτει πάνω από ένα είναι η Θεσσαλονίκη (
Απόλλων, Ολύμπιον και θερινά
Αύρα και
Δημοτικός Ευόσμου)
Από τους υπόλοιπους λοιπόν κινηματογράφους της περιοχής, και αναφέρομαι μόνο στους χειμερινούς, τα πρώτα κακά μαντάτα ήρθαν όταν αρχικά οι κινηματογράφοι άρχισαν να μετατρέπονται σε θέατρα. Στην αρχή το ΟΝΤΕΟΝ στην Μεσογείων έγινε το θέατρο ΠΟΡΤΑ, ακολούθησαν τα ΙΛΙΣΙΑ στην Παπαδιαμαντοπούλου και το 2003 η ΑΝΕΣΙΣ και πρόσφατα η ΖΙΝΑ στην Αλεξάνδρας. Το ίδιο διάστημα έκλεισε η ΑΡΖΕΝΤΙΝΑ δίπλα από το γήπεδο του Παναθηναϊκού και το ΑΛΕΞ στα Ιλίσια.
Μερικοί από τους υπάρχοντες για να αντεπεξέλθουν στον ανταγωνισμό των σουπερμάρκετ και στην γενικότερη μείωση των εισιτηρίων, ανακαινίστηκαν και απέκτησαν και δεύτερη μικρότερη αίθουσα. Έτσι έγιναν διπλοί το
ΑΘΗΝΑΙΟΝ, ο
ΓΑΛΑΞΙΑΣ, ο Δ
ΑΝΑΟΣ και το
ΠΛΑΖΑ.
Όμως φέτος παρά την ανακαίνιση έκλεισαν το
ΠΛΑΖΑ (που ανήκε στο δίκτυο Ευρωπαϊκών κινηματογράφων) και το
ΑΣΤΡΟΝ ένας από τους μεγαλύτερους της Αθήνας ,750 θέσεων, και ο μοναδικός που είχε την πρώτη θέση στον εξώστη,όταν υπήρχε ακόμη ο εξώστης στους κινηματογράφους .
Έκλεισε επίσης και το
ΑΛΦΑΒΙΛ που και αυτός ανήκε στο δίκτυο Ευρωπαϊκών κινηματογράφων .
Θεώρησα λοιπόν επιβεβλημένο καθήκον να γράψω αυτό το ποστ για να μείνουν τουλάχιστον σαν ανάμνηση μέσα στο αχανές διαδίκτυο έστω τα ονόματα αυτών των κινηματογράφων μέσα στους οποίους η γυναίκα μου κι εγώ έχουμε ζήσει πάρα πολλές ώρες, άλλοτε γελώντας, άλλοτε δακρύζοντας, άλλοτε προβληματιζόμενοι με τις ταινίες που βλέπαμε.
Θα μου πουν μερικοί ότι σήμερα μπορεί να απολαύσεις μια ταινία αναπαυτικά στο σπίτι σου βλέποντας την στο Home cinema.
Στην ανάγκη μπορεί να το κάνεις αυτό, αλλά ποτέ δεν θα μπορέσει να αντικαταστήσει όλη τη διαδικασία από την επιλογή της ταινίας, την επιλογή της παράστασης, τη μετάβαση στον κινηματογράφο και την παρακολούθηση μιας ταινίας μαζί με άγνωστους δίπλα σου που όμως είχαν την ίδια επιλογή με σένα και φεύγοντας φεύγουν τις περισσότερες φορές με τα ίδια συναισθήματα που σου δημιούργησε η ταινία που είδατε.
.
ΥΓ. Είχα ήδη γράψει αυτό το ποστ όταν στο
ΒΗΜΑ 2 της 9-11-08 διάβασα ένα σχετικό άρθρο που εξηγεί και
αναλύει γιατί φτάσαμε σε αυτή την κατάσταση. Γράφει χαρακτηριστικά ότι
Υπάρχει μια πτώση στα εισιτήρια της τάξεως του 40% συγκριτικά με την ίδια περίοδο πέρυσι».
Γράφει επίσης και
για άλλες αίθουσες που έκλεισαν στο λεκανοπέδιο όπως η Καλυψώ, μία από τις ιστορικότερες αίθουσες της Καλλιθέας. Επίσης λουκέτο μπήκε στη Ζέα του Πειραιά. Πληροφορίες λένε ότι αίθουσες όπως η Μαργαρίτα του Χαλανδρίου και ο Φοίβος του Περιστερίου κινδυνεύουν με εξώσεις. Ο Φοίβος και το Cine City είναι οι μοναδικές αίθουσες του Περιστερίου που εξακολουθούν να λειτουργούν σε μια περιοχή όπου κάποτε υπήρχαν 20 κινηματογράφοι. Ακόμη χειρότερα είναι τα πράγματα στο Αιγάλεω: από τα 16 σινεμά, χειμερινά και θερινά, που λειτουργούσαν κάποτε δεν έχει απομείνει κανένα.
Αλλά και στα σουπερμάρκετ τα πράγματα δεν πάνε καλύτερα.
Τα Village του Αμαρουσίου, ο πρώτος πολυκινηματογράφος στην Ελλάδα, αποτελεί από πέρυσι παρελθόν, την ώρα που οι απογευματινές παραστάσεις στα Village του Ρέντη, του Φαλήρου και του Παγκρατίου γίνονται για δυο-τρεις ανθρώπους.
Διάβασα επίσης ένα αντίστοιχο άρθρο στην
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της 12-11-08,ότι
παρελθόν αποτελεί και το μίνιπλεξ «Οντεόν Μαρούσι Σινεφίλ» (τρεις αίθουσες) στη λεωφόρο Κηφισίας, στο ύψος του Κτήματος Συγγρού.
Στο αξιόλογο μπλογκ
«ωχ το μάτι μου» ,που αναφέρει η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, διάβασα και ένα
αντίστοιχο ρέκβιεμ για το κλείσιμο του
ΠΛΑΖΑ από όπου και πήρα τις φωτογραφίες με τις καρέκλες του στο πεζοδρόμιο.
Το
ΠΛΑΖΑ αποτελούσε ένα από τους πιο αγαπημένους μου κινηματογράφους και ο αντίστροφος συνδυασμός του άρτος και θεάματα, με πρώτα το θέαμα στον κινηματογράφο και μετά τον άρτο με την παρέα στον γειτονικό ΦΛΟΚΑ αποτελούσε για χρόνια κλασσική Σαββατιάτικη απόλαυση.
Στα τραπεζάκια του ΦΛΟΚΑ έχουν γίνει εκτενείς αναλύσεις ταινιών, πολιτικής, κοινωνικών θεμάτων κτλ με συχνές ζωηρές διαφωνίες αλλά και με μια πλήρη ομοφωνία, ότι το παγωτό γίγας ΜΠΕΜΠΕ που είχε ήταν μια ιδιοφυής κατασκευή !
Ο λόγος ήταν απλός. Ξεκινούσες με μια μαρέγκα στην αρχή και προς τον πάτο της κούπας , που πήγαινες να λιγωθείς από τα μπαλάκια του παγωτού, είχε μια δροσερή φρουτοσαλάτα!
Στοιχεία για τους κινηματογράφους πήρα από το βιβλίο του Χαρίλαου Πατέρα Κινηματογράφοι της Αθήνας(1896-2006) Έκδοση «Συλλογές» Αθήνα
..
.