Ωστόσο η αρχική του σκέψη άλλαξε κατεύθυνση όταν ανέτρεξε στον παραπάνω πίνακα του 1833 ζωγραφισμένο από τον Γιόχαν Μίκαελ Βίτμερ και σε μία φωτογραφία του 1862 του C.G. Fontaine με τον ναό φωτογραφημένο από άλλη γωνία.
Το κτίσμα του στυλίτη εμφανίζεται , και σε γκραβούρες του Le Roy, (1758) και του Pomardi, (1820) αλλά και σε φωτογραφία του Robertson, (1853) (από πάνω προς τα κάτω)
Μαρτυρία για τους στυλίτες του ναού του Ολυμπίου Διός υπάρχει στο άρθρο «Η αλλοτινή δόξα της Ελλάδας» του αμερικανού διπλωμάτη Αλεξάντερ Γουίλμπουρν του 1922. Ο οποίος περιγράφει ότι οι ντόπιοι άκουγαν να λένε για μια μεγάλη σειρά από στυλίτες που ζούσαν πάνω από τον ερειπωμένο ναό και τους πήγαιναν φαγητό και νερό με σκοινιά και κουβάδες. Περιγράφει μάλιστα τη συνάντηση με έναν παλιό Αθηναίο που θυμόταν να παίρνει προσφορές από ψωμιά και φρούτα για να στείλει στους στυλίτες του ναού του Δία, οι οποίοι έριχναν ένα καλάθι για να τα παραλάβουν.
Αντίστοιχα και ο γάλλος περιηγητής του 18ου αιώνα Λουί Ζακ Λακούρ αναφέρει ότι ο ερημίτης είχε ζήσει για δεκαοκτώ χρόνια στο επιστύλιο του πέμπτου και του έκτου από τους κίονες του ανατολικού μετώπου. Σύμφωνα με τον Λακούρ, ο ασκητής χρησιμοποιούσε μια ανεμόσκαλα από την οποία του έστελναν τις προμήθειες της εβδομάδας, δίχως ο ίδιος να έχει χρειαστεί να κατέβει για έξι συνεχόμενα χρόνια. Ο Αντονέν Προυστ, ο πρώτος υπουργός Πολιτισμού της Γαλλικής Δημοκρατίας, στο καθιερωμένο για τους Ευρωπαίους Grand Tour της νιότης του ταξίδεψε από το 1857 έως το 1863 έως τη Μονή του Αθω και στο τέλος του περίπλου του στη Μεσόγειο δημοσίευσε τις εντυπώσεις του σε συνέχειες στην εφημερίδα «Le Tour du Monde». Στο κείμενό του με τίτλο «Ενας χειμώνας στην Αθήνα του 1857», ο μετέπειτα πολιτικός μεταφέρει τη μαρτυρία ενός στυλίτη του Ολυμπιείου: «Ημουν τόσο καμένος από το φοβερό ψύχος, ώστε πολύ συχνά έπεφταν τα νύχια των ποδιών και το κρυσταλλιασμένο νερό κρεμόταν από τα γένια σαν σταλακτίτες». Μέχρι το τέλος των οθωμανικών χρόνων υπήρξαν αρκετοί στυλίτες, που διαδέχονταν ο ένας τον άλλον. Και δεν ήταν μόνο χριστιανοί αλλά και μουσουλμάνοι, αναφέρει ο Βαγγέλης Ζήσης. «Κάποιος Τούρκος μιμήθηκε τους έλληνες στυλίτες κατά την περίοδο της Επανάστασης. Όμως οι έλληνες επαναστάτες τον δολοφόνησαν, γιατί θεώρησαν ότι κατασκόπευε τις κινήσεις τους και τις πρόδιδε στους ομοεθνείς του».
Τέλος αν προσέξει κανείς στο προηγούμενο ποστ στην δεύτερη και τρίτη φωτογραφία του Johan Adolf Andersohns του 1868 αλλά και στην γκραβούρα από το Πάσχα του 1884, οι 3 χωριστές κολώνες του ναού που εμφανίζονται στις σημερινές απεικονίσεις, σε αυτές είναι δύο γιατί λείπει η μεσαία.
Όπως βλέπει κανείς από κοντά και στην φωτογραφία του Schiffer του 1859 αυτή έπεσε στις 14 Οκτωβρίου 1852 από σφοδρό τυφώνα που έπληξε την Αθήνα. Τις τρομακτικές καταστροφές που έφερε το ακραίο καιρικό φαινόμενο περιγράφει στο ημερολόγιό του ο Φινλανδός ακαδημαϊκός Wilhelm Lagus: «Έτριζαν τα πάντα, ακόμα και στο διαμέρισμά μας, που ήταν εσωτερικό. Ο αέρας έπαιρνε τις καμινάδες, τα παράθυρα γίνονταν θρύψαλα και η φοβερή καταιγίδα μαινόταν όλα τη νύχτα με όλη της τη δύναμη».
Στην
τελευταία αυτή φωτογραφία που έχει ληφθεί από την περιοχή πάνω από την γέφυρα
του Ιλισού και την τότε υπάρχουσα εκεί πηγή της Καλλιρόης, μετά το 1852 που
έπεσε η μεσαία κολώνα, βλέπουμε ότι το κτίσμα του στυλίτη είχε παραμείνει
ανέπαφο!
Τα
σχόλια δημοσιεύονται μετά από έγκριση.
Να κάνω μια ερώτηση χωρίς καμία διάθεση ειρωνίας και αστεϊσμού: πώς ικανοποιούσαν οι άνθρωποι αυτοί τις σωματικές τους ανάγκες;
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ βαρύτητα είναι αμείλικτη! Προφανώς ο χώρος γύρω από τον στύλο δεν θα ευωδίαζε όπως τα λείψανα των αγίων!
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν θα είχες πάντως την απορία αυτή αν είχες διαβάσει το προηγούμενο ποστ μου στο οποίο γράφω για τον όσιο Συμεών τον Σύρο.
Σε αυτό γράφω πως οι άλλοι τρελοί, σαν και αυτόν οπαδοί του, μάζευαν και χώμα γύρω από τον στύλο, καθαγιασμένο προφανώς από τα σωματικά του απόβλητα!