Είχαν-δεν είχαν περάσει τα πρώτα δεκαπέντε λεπτά από την έναρξη της ταινίας, όταν η προβολή διακόπηκε λόγω τεχνικού προβλήματος, που γρήγορα διορθώθηκε και η προβολή συνεχίστηκε.
Όμως τα μηχανήματα είχαν στηθεί τόσο πρόχειρα που λίγο αργότερα το πρόβλημα επανήλθε, αυτή τη φορά μάλιστα πολύ πιο έντονο.
Από τη μηχανή προβολής, που είχε στηθεί πολύ κοντά στην ξύλινη στέγη, άρχισε να βγαίνει καπνός και γρήγορα ξέσπασε φωτιά που πήρε να εξαπλώνεται στο κτίριο. Οι πανικόβλητοι θεατές έσπευσαν προς την έξοδο προκαλώντας συνωστισμό, μα η πόρτα άνοιγε προς τα μέσα και η έξοδός τους καθυστέρησε δραματικά. Τυχεροί στάθηκαν όσοι βρέθηκαν δίπλα στην πόρτα και κατάφεραν να βγουν εγκαίρως. Μέσα σε λίγες στιγμές η οροφή άρχισε να καταρρέει. Έξοδος κινδύνου δεν υπήρχε και τα παράθυρα ήταν σφραγισμένα με σανίδες και λαμαρίνες για να υπάρξει συσκότιση, αλλά και να αποτρέπονται οι «τζαμπατζήδες». Αρκετοί βρήκαν διέξοδο μέσα από τα παράθυρα του εξώστη, πηδώντας έξω από το φλεγόμενο κτίριο προς τη σωτηρία.
Οι περισσότεροι, όμως, δεν στάθηκαν τυχεροί και ο τραγικός απολογισμός αυτής της μεγάλης καταστροφής έφτασε τους 63 νεκρούς και 50 τραυματίες.
Οι κατηγορούμενοι άσκησαν έφεση, στην οποία η ποινή που τους ορίστηκε ήταν ελαφρότερη. Ο Ζούβας οδηγήθηκε στις στρατιωτικές φυλακές από τις οποίες αποφυλακίστηκε σε λιγότερο από έναν χρόνο. Επανήλθε στην υπηρεσία του και αποστρατεύτηκε με το βαθμό του ταξίαρχου.
Πώς να μην το βαριούνται; Ασπρόμαυρες φιγούρες στο πανί μιλούσαν γερμανικά με στόμφο, χειρονομούσαν, μόρφαζαν υπερβολικά. Ένας διερμηνέας μετέφραζε τσάτρα πάτρα. Ό,τι συνέβαινε στην αίθουσα είχε ασυγκρίτως μεγαλύτερο ενδιαφέρον.
Στην πόρτα του κινηματογράφου στεκόταν ένα πιτσιρίκι με ξυρισμένο κεφάλι. Μας έκοψε τα εισιτήρια και μας έμπασε σε μια αίθουσα με ξύλινους τοίχους, τέντα αντί για ταβάνι. Είχαν κλείσει –στην πραγματικότητα– πρόχειρα την ταράτσα, φοβούμενοι τα πρωτοβρόχια.
Δύο σερβιτόροι έπαιρναν παραγγελίες, άνοιγαν όσο πιο αθόρυβα γινόταν σαμπάνιες, έφερναν πορσελάνινες πιατέλες με εκλεπτυσμένους μεζέδες, αυγοτάραχο, βουτυρωμένα ψωμάκια με μπρικ. Κάτω από την οθόνη, ένα πιάνο. «Αφού η ταινία είναι ομιλούσα! Θα παίξουν ελαφρά τραγούδια στο διάλειμμα. Θα ανέβει μια ντιζέζ απ’ την Αθήνα και θα τους πει το “Πόσο λυπάμαι» του Γιαννίδη και την “Παπαρούνα” του Αττίκ. Αυτό περιμένουν. Το φιλμ κατά βάθος το βαριούνται…»
Σε μια στιγμή, οι φιγούρες παραμορφώθηκαν, ο ήχος της ταινίας αλλοιώθηκε. Αμέσως έπειτα, το φιλμ κόπηκε. Φλόγες ξεπήδησαν από τη μηχανή προβολής. Ώσπου να στρέψω το κεφάλι μου, οι τοίχοι καίγονταν, η τέντα είχε λαμπαδιάσει. Έντρομοι οι θεατές αναποδογύριζαν τραπέζια και καρέκλες, έβηχαν, πνίγονταν απ’ τους καπνούς, περνούσαν από μέσα μας –ήμασταν άυλοι– και συνωθούνταν προς την έξοδο. «Ανοίξτε δρόμο στον κύριο έπαρχο!» ακούστηκε μια λαχανιασμένη φωνή. Κανείς δεν της έδωσε σημασία.
Ο
οδοντίατρος και συγγραφέας Αριστείδης
Τσοτρούδης μετά από μεγάλη έρευνα που έκανε για την τραγωδία αυτή, έγραψε το
βιβλίο «Η μεγάλη συμφορά της Λήμνου»
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ
Α΄ ΦΩΤΙΑ ΣΤΟΝ
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟ! ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΟΧΙ ΣΤΗΝ ΟΘΟΝΗ ΑΛΛΑ ΣΤΟΝ ΙΔΙΟ.
Β΄ ΦΩΤΙΑ ΣΤΟΝ
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟ! ΝΕΚΡΟΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΝΙΚΟ ΓΙΑ ΦΩΤΙΑ ΣΕ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥΣ
Ε΄ Η ΘΑΝΑΤΗΦΟΡΑ ΦΩΤΙΑ ΣΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΙΡΟΚΙ
ΣΤ΄ ΘΑΝΑΤΗΦΟΡΕΣ ΠΥΡΚΑΓΙΕΣ ΣΕ ΘΕΑΤΡΑ (τελευταίο)